Λοιπόν, το MOTOSPORT σε ολόκληρη την Ιστορία του, σπάνια χρησιμοποιούσε για τις μετακινήσεις του «long term test bikes», όχι γιατί το απέφευγε αλλά γιατί ούτε τα ζητούσε, ούτε και του τα πρότειναν οι εταιρείες. Και το σκεπτικό ήταν απλό: Αν μας άρεσε πολύ μια μοτοσυκλέτα, τότε την αγοράζαμε (αν μπορούσαμε) και την χαιρόμαστε όπως και όσο θέλαμε. Το να την έχουμε δανεική για μερικές εβδομάδες ή μήνες δεν μας έλεγε τίποτα, γιατί το θέμα είναι να το νιώθεις «δικό σου» το μηχάνημα, να το καβαλάς όταν και άμα θέλεις (κάθε μέρα ή κάθε χρόνο, που λέει ο λόγος), να το εξελίσσεις, να «πονάς» την γρατζουνιά, να το βλέπεις να γράφει χιλιόμετρα και «να μεγαλώνει», όλα αυτά τα μικρά και τα μεγάλα που κάνουν τον άνθρωπο μοτοσυκλετιστή, ανεξάρτητα απο τα κυβικά.
Τα μικρά τα μηχανάκια όμως, άλλο θέμα. Από τα πενηντάρια των παλαιών εποχών στα 90άρια, στα 100άρια, στα 115, 125, 150 και τώρα στα σκούτερ των 300 κυβικών (κατά μ.ο.), τα λεγόμενα commuters (κυρίως σαν παπιά ή σκουτεράκια και λιγότερο σαν «μοτοσυκλετάκια»), πάντα αποτελούσαν εργαλεία καθημερινά, χωρίς τα οποία ο συνηθισμένος στο δίκυκλο πολίτης δεν μπορεί ούτε καν να φανταστεί τον εαυτό του (χώρια η αναγκαιότητα και η ανεκτίμητη προσφορά τους στον επαγγελματικό χώρο)!
Έτσι, μέσα στα χρόνια έχουμε συγκεντρώσει μια ετερόκλητη συλλογή απο τα παραπάνω, μια και όποτε αποφασίζαμε (ή νομίζαμε) ότι κάτι μας εξυπηρετεί και μας βολεύει τόσο ώστε δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε τη μέρα μας χωρίς αυτό, τότε το αγοράζαμε! Και επειδή πλησιάζει ο καιρός (ή μάλλον έχει περάσει προ πολλού!) που ο μικρός μας «στόλος πόλης» πρέπει να ανανεωθεί, αρχίσαμε να βλέπουμε με ανανεωμένο ενδιαφέρον τις ποικίλες προτάσεις commuting, που τελευταίως έρχονται απο παντού σε απίστευτη ποικιλία σχημάτων, χρωμάτων και τιμών!
Και πάνω εκεί, στις αρχές του καλοκαιριού, επιστρέφοντας μια μοτοσυκλέτα στην αντιπροσωπεία της Kawasaki, πήρε το μάτι μας ένα ολοκαίνουργιο, εντυπωσιακό και καταπράσινο Athlete 125, ακόμα τυλιγμένο στα πλαστικά της εργοστασιακής συσκευασίας. Ναι, γνωρίζαμε το μηχανάκι από το 2016 που είχε πρωτοεμφανιστεί στη χώρα μας, και ξέραμε αρκετές λεπτομέρειες γύρω απο το όλο σκεπτικό όχι απλά της εισαγωγής του, αλλά και της μεγάλης μελέτης, προσπάθειας και επένδυσης που είχε γίνει απο την προηγούμενη διοίκηση της ΤΕΟΜΟΤΟ, για να αποκτήσει η γκάμα της Κawasaki ΕλλάδOς ανταγωνιστικά commuters στα μικρά κυβικά.
Περιληπτικά και εν τάχει, θυμίζουμε και διευκρινίζουμε, ότι η Kawasaki έχει ένα μεγάλο εργοστάσιο στην Ινδονησία (PT Kawasaki Indonesia Motors), όπου κατασκευάζονται πολλά μοντέλα μοτοσυκλετών για εξαγωγή, αλλά επίσης σχεδιάζονται και κατασκευάζονται μικρού κυβισμού δίκυκλα για το commuting στις τεράστιες αγορές της Ν.Α. Ασίας, και κυρίως της εσωτερικής αγοράς της Ινδονησίας (η Τζακάρτα είναι η πρωτεύουσα με το τέταρτο μεγαλύτερο κυκλοφοριακό πρόβλημα παγκοσμίως), όπως και των «γειτονικών» Φιλιππίνων.
Η Ιστορία τoυ Athlete 125 ξεκινά το 2009, όταν η Kawasaki Ινδονησίας παρουσίασε ένα τετράχρονο 125 με ισχύ 8,65 ίππων, το οποίο είχε κάποια χαρακτηριστικά μοτοσυκλέτας λόγω πλαισίου, αναρτήσεων και κυρίως της τοποθέτησης του (μικρού) ρεζερβουάρ εμπρός, δημιουργώντας πρακτικό αποθηκευτικό χώρο για αντικείμενα (ΟΧΙ για κράνος) κάτω απο τη σέλλα. Ηταν δηλαδή ένα «διαφορετικό» δίκυκλο σε σχέση με το κλασσικό παπί της Kawasaki (το οποίο είχε κινητήρα 115 c.c), και θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σαν «υβρίδιο» παπιού και μικρής μοτοσυκλέτας.
Οι λόγοι που η Kawasaki Indonesia προχώρησε σε αυτή την σχεδίαση (που κατ’ άλλους είναι ενδιαφέρουσα και κατ’ άλλους αμφιλεγόμενη), ήταν φυσικά ο ανταγωνισμός της εσωτερικής αγοράς, όπου η Yamaha κυριαρχούσε στους νέους αγοραστές που είχαν σπορ ανησυχίες με το ΔΙΧΡΟΝΟ παπί Jupiter Z 125, το οποίο έφτανε τους 17,5 ίππους απο 125 κυβικά εκατοστά. Αλλά ακόμα μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία είχε η Suzuki Ινδονησίας με το Satria F 150, το οποίο είχε τετράχρονο κινητήρα με δύο εκκεντροφόρους και απόδοση 18 ίππων, ενω το πλαίσιο και η όλη εμφάνισή του ήταν επίσης «υβριδική», μεταξύ παπιού και μοτοσυκλέτας.
Λόγω του εντεινόμενου ανταγωνισμού, η Kawasaki ανανέωσε το Athlete 125 με νέους χρωματισμούς και αύξηση της ισχύος, αρχικά στους 9 ίππους και από το 2015 στους 9,9 στις 8.000 σ.α.λ., με καρμπυρατέρ Keihin PB 20mm (αντί των 18 που είχε αρχικά) και κατόπιν στους 10/.8.500. Ταυτόχρονα, το Athlete σημείωνε μεγάλη επιτυχία στην αγορά των Φιλιππίνων σαν Fury 125, σε ελαφρά πιο οικονομική έκδοση λόγω των ακτινωτών τροχών και του πίσω ταμπούρου αντί δισκόφρενου. Επειδή η φορολογία στην Ινδονησία ευνοεί τα δίκυκλα έως 115 c.c., η Kawasaki έριξε το βάρος της στο εξαιρετικά επιτυχημένο παπί Edge VR 115 (που στη χώρα μας ήρθε σαν Kaze 115 S), το οποίο είχε τόσο καλές πωλήσεις ώστε η Suzuki παρουσίασε μια μικρότερη έκδοση του Satria 150, το Satria F 115 Young Star, για να το αντιμετωπίσει. Aλλά στα «μεγάλα παποκυβικά», το διβάλβιδο μοτέρ του Athlete 125 δεν μπορούσε να φτάσει σε επιδόσεις το δίχρονο Jupiter Ζ 125, ούτε και το μεγαλύτερο Satria F 150, πόσω μάλλον επειδή η Kawasaki επέλεξε να διατηρήσει το καρμπυρατέρ και να μην προχωρήσει σε τοποθέτηση ψεκασμού, προφανώς για να μην αυξηθεί το κόστος.
Σε αυτή περίπου την χρονική περίοδο (2015-2016) η Ελληνική αντιπροσωπεία της Kawasaki εισήγαγε τα Athlete 125 (KR), αναθέτοντας την (χρονοβόρα και δαπανηρή) Έγκριση Τύπου για τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές Euro 3 που ήταν τότε σε ισχύ, στην γνωστή εταιρεία M.G. Moto, που αναλαμβάνει (και εκτελεί) εγκρίσεις και μετατροπές και για άλλα γνωστά δίκυκλα, κυρίως δημοφιλή παπιά. Αλλά η εμπορική συνέχεια, παρά τα ενθουσιώδη και αβανταδόρικα σχόλια και άρθρα του Ελληνικού ειδικού Τύπου, δεν ήταν η αναμενόμενη για τον «Ινδονήσιο Αθλητή με το Ιαπωνικό όνομα και το Παγκόσμιο χρώμα», για δύο λόγους: Ο πρώτος, ήταν η έλευση των προδιαγραφών Euro 4 που θα ίσχυαν από 1/1/2017 και λειτούργησαν ανασχετικά, και ο δεύτερος και κυριότερος η αναδιάρθρωση του Ομίλου Θεοχαράκη στον οποίο φυσικά ανήκει η ΤΕΟΜΟΤΟ, κάτι που οδήγησε την προηγούμενη διοίκηση σε διαφορετικές επιλογές, πάντα με στόχο την διείσδυση και την απόκτηση μεριδίου στην αγορά των φτηνών commuters, μια αγορά που χαρακτηρίζει το Ελληνικό δίκυκλο στα μνημονιακά χρόνια που περάσαμε (και ακόμα περνάμε, ας μην τρέφουμε αυταπάτες).
Ολα αυτά πέρασαν αστραπιαία από το μυαλό μας στην θέα του ολοκαίνουργιου Athlete, και εδώ πρέπει να πούμε ότι ανήκουμε σ’ αυτούς που α) ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τις φόρμες που ξεχωρίζουν από το πλήθος χωρίς να προκαλούν, και β) μέσα στα χρόνια έχουμε «ταυτιστεί» με τα αγωνιστικά χρώματα των Ιαπωνικών εργοστασίων, και δεν μπορούμε να αντισταθούμε στο κόκκινο-μπλε της Honda, στο γαλάζιο της Suzuki, στο λευκό-κόκκινο της Yamaha και στο πράσινο της Kawasaki, είτε το ανοιχτό-“λαχανί” απο την εποχή των ΚR 500, είτε το πιο σκούρο πράσινο-μαύρο (KRT) των σύγχρονων θριάμβων στο WSBK. (Ο τρίτος λόγος θα αναφερθεί στο τέλος).
-«Έχετε ακόμα τέτοια;», ρωτήσαμε τον (νέο) εκπρόσωπο της (νέας) διοίκησης.
-«Ναι, θέλετε μήπως ένα για δοκιμή;» (να αναφέρουμε ότι η Κawasaki είναι Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ αντιπροσωπεία που μας έχει διαθέσει ΟΛΑ τα μοντέλα της για δοκιμή).
-«Μπααα, γνωστό το μοντέλο έτσι κι αλλιώς, η δοκιμή και η παρουσίασή του υπάρχουν παντού εδώ και τρία χρόνια. Πόσο το δίνετε λιανική;»
-«1795 Ευρώ, σε προσφορά διαρκείας»
-«Ενα μηχανάκι μια χαρά, ένα καθαρόαιμο Kawasaki με βαρύ όνομα, με εργοστασιακό φινίρισμα, με το καλό χρώμα και σ’ αυτή τη τιμή που είναι συγγενής με προϊόντα Κίνας; Δεν θα έπρεπε να σας έχει μείνει ούτε μισό. Τι κάνει το δίκτυό σας; Ούτε ένα δεν μπορεί να πουλήσει ο κάθε dealer; Μήπως, πέραν του ότι το μηχανάκι δεν έχει προδιαγραφές Εuro 4, δηλαδή στερείται ABS ή CBS και διατηρεί το καρμπυρατέρ, έχει κάποιο άλλο πρόβλημα απόδοσης ή αξιοπιστίας;»
-«Απ΄όσο ξέρουμε όχι, είναι άθραυστο. Θέλετε όμως να πάρετε ένα εντελώς καινούργιο για μερικούς μήνες, να το χρησιμοποιήσετε όπως θέλετε και να μεταφέρετε τις παρατηρήσεις σας, όποιες κι αν είναι αυτές, ακόμα κι αν έχει στο μεταξύ εξαντληθεί το στοκ;»
-«Μμμμ; Μμμμ!»
Αυτός ο (πολύ κοντά στην πραγματικότητα) διάλογος κατέληξε στις πρώτες προσεκτικές βόλτες με το Athlete 125 για το απαραίτητο στρώσιμο, που κράτησε, και παρακαλούμε να το πιστέψετε, 1100 χιλιόμετρα περίπου, πριν το «μοτοσυκλετάκι» (γιατί έτσι μοιάζει ή έτσι «το βλέπουμε» εμείς) επιστρέψει στην αντιπροσωπεία για το πρώτο service.
Μας είπαν ότι η πρώτη αλλαγή λαδιών γίνεται στα 1000 χλμ. και όχι στα 500 (όπου θα την κάναμε οπωσδήποτε εμείς αν ήταν δικό μας, όπως και σε κάθε καινουργιο μοτέρ, μια και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τα λάδια της πρώτης τοποθέτησης. Αναμφίβολα τα εργοστάσια ξέρουν τι κάνουν, αλλά η περισσότερη σιγουριά και οι διπλοί έλεγχοι στο θέμα της λίπανσης, δεν έβλαψαν ποτέ κανέναν).
Τους καλοκαιρινούς μήνες το 125 της Kawasaki έγινε το αποκλειστικό μέσο μετακίνησής μας, με εκατοντάδες χιλιόμετρα μέσα στο καυτό κέντρο της πολης, αλλά και διαδρομές σε άλλα μέρη της χώρας, όπως την Κορινθία, την Μεσσηνία και το νομό Ιωαννίνων, όπου έφτασε μέσα στο φορτηγό των διακοπών (όχι οδικώς). Εκτιμήσαμε την απλότητα και ευκολία της τεχνολογίας και της λειτουργίας του, δεν μας έλειψε απολύτως τίποτα, δεν έκανε ούτε “τσάφ” (αλίμονο κι αν έκανε, θα μας απογοήτευε!), μας ικανοποίησε η χαμηλή κατανάλωση που μόλις ξεπέρασε τα 2,3 λίτρα/100 χλμ. στη φάση του στρωσίματος, μας εξυπηρέτησαν οι χώροι και μας άρεσε η “old fashioned” ασφάλεια που δίνει η ύπαρξη του διακόπτη βενζίνης με την ρεζέρβα, που μαζί με την λυχνία στο ταμπλώ μηδενίζουν την περίπτωση του να μείνεις απο βενζίνη.
Δεν μπορεί, παραμονές των προδιαγραφών Euro 5 να μιλάει κανείς «για τα πλεονεκτήματα» του καρμπυρατέρ και της αερόψυξης, έτσι δεν είναι; Κι όμως, παρ΄ότι οι τεχνολογίες αυτές θεωρούνται obsolete για τον Δυτικό πολιτικώς ορθό μηχανοκίνητο κόσμο, συνεχίζουν και λειτουργούν όχι απλά «αξιοπρεπώς» αλλά “για πάντα”, ακριβώς λόγω της απλότητάς τους. Δηλαδή, δεν θα απορρίπταμε έναν κινητήρα σε μικρό δίκυκλο μετακίνησης επειδή είναι αερόψυκτος: Το Αthlete κυκλοφορούσε για ώρες σε θερμοκρασίες 38 βαθμών μέσα στην πόλη, χωρίς να ζεσταθεί, και χωρίς να υπάρχει η ενοχλητική αίσθηση του βεντιλατέρ που στέλνει κύματα θερμού αέρα στο σώμα σε κάθε φανάρι. Και το γκάζι του ήταν γλυκό και άμεσο, χωρίς την αίσθηση «διακόπτη» των φτηνών ψεκαζόμενων, και χωρίς να βασίζεται σε κάποιο ECU στο οποίο ούτε να επέμβεις μπορείς αλλά ούτε και να το διορθώσεις αν και όταν αποφασίσει να “χαιρετήσει”. Απλότητα, αξιοπιστία και πιστότητα, που μόνο σε τέτοια μικρά μοτέρ μπορεί να υπάρξει πλέον, γιατί αν ανέβεις ψηλότερα σε κυβικά και σε ίππους, χρειάζεσαι οπωσδήποτε την σύγχρονη τεχνολογία.
Ελπίζουμε όλοι οι «υδρόψυκτοι» φίλοι μας να κατανοούν το πνεύμα των γραφομένων: Που είναι, ότι μια χαρά θα αγοράζαμε (ή και θα ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΑΜΕ) το αερόψυκτο, διβάλβιδο, καρμπυρατεράτο «moto cub» (έτσι το ονομάζει ο κατασκευαστής του) για τη συγκεκριμένη χρήση που ΕΜΕΙΣ έχουμε στο μυαλό μας, η οποία είναι «100 χιλιόμετρα τη μέρα, κάθε μέρα, κάθε μήνα και κάθε χρόνο, χωρίς κατανάλωση, χωρίς προβλήματα, χωρίς ανάγκες συντήρησης, χωρίς αυξημένες πιθανότητες αστοχίας». Ολα αυτά, τα εγγυώνται δύο παράγοντες: Το όνομα του κατασκευαστή, και η απλότητα της κατασκευής. Όταν μιλάμε λοιπόν για ΚAWASAKI με δύο χρόνια εργοστασιακή εγγύηση, τα λόγια περιττεύουν (για να μην τρελλαθούμε κιόλας με τις μέχρι προ λίγων ετών παντελώς άγνωστες φίρμες που έχουν κάνει «όνομα» λόγω διαφήμισης. Αλλο Κawasaki San, άλλο «Dimitraki Chin»!). Εμείς, θα το αγοράζαμε τυφλά, αν μας άρεσε σαν όλο concept, και δεν θα μας «φρενάριζε» το Euro 3, όπως συμβαίνει και με άλλα ΚΑΛΑ Euro 3 δίκυκλα σε στοκ, που βεβαίως έχουν ανάλογα χαμηλή τιμή (και εδώ να προσθέσουμε ότι το στοκ των Kawasaki Athlete 150 που ΔΕΝ ειχε προωθηθεί αποτελεσματικά το 2016-17 επειδή το ενδιαφέρον της αντιπροσωπείας μετακινηθηκε στο Kaze 115 S, ταξινομήθηκε στα τέλη του 2016, ώστε να μπορεί να πωλείται κανονικά απο 1/1/ 2017 και μετά).
Όσον αφορά τις επιδόσεις, θα έχουμε αναλυτική αναφορά στο Β’ μέρος αυτής της αλλιώτικης «δοκιμής». Αυτό που μπορούμε να πούμε όμως, γιατί φαίνεται με την πρώτη βόλτα, είναι ότι ο κινητήρας έχει πολύ καλή απόδοση με κύριο χαρακτηριστικό την ροπή, που είναι 8,9 Nm στις 6.000 σ.α.λ., νούμερο στροφών ιδιαίτερα χαμηλό για την κατηγορία. Εχει καλό και σίγουρο τράβηγμα απο χαμηλά, με αποτέλεσμα να μειώνονται σημαντικά οι αλλαγές ταχυτήτων. Από την άλλη μεριά, λόγω του ότι δίνει σύμφωνα με το εργοστάσιο την μέγιστη ισχύ των 9,8 ίππων στις 8.000 σ.α.λ.μόλις (η ΤΕΟΜΟΤΟ αναφέρει 9 ίππους στα στοιχεία της), δεν μοιάζει να του αρέσουν οι πολλές σ.α.λ., και αργεί στην υπερστροφία, κάτι που περιορίζει την τελική ταχύτητα στα άμεσα 80 και πιο δύσκολα 100 (+) χ.α.ω. (με δύο άτομα). Είναι και ικανό να κινείται με 80-90 χ.α.ω. (πάντα με συνεπιβάτη) όλη μέρα κι όλη νύχτα, ανεξαρτήτως συνθηκών, μολονότι πρέπει να παραδεχτούμε ότι στις πόλεις οι ρυθμοί της κυκλοφορίας καλώς ή κακώς έχουν ανέβει τόσο πολύ (στα δίκυκλα τουλάχιστον) που αν έχεις δίκυκλο μικρού κυβισμού πρέπει να πηγαίνεις σχεδόν μόνιμα με τέρμα γκάζι, όχι για να τους ακολουθήσεις αλλά για να μην «σε πατήσουν» οι ανόητοι «συνάδελφοι» που πιστεύουν ότι οι δημόσιοι δρόμοι είναι το κατάλληλο πεδίο προσομοίωσης και «προπόνησης» για το MotoGP του Playstation (μέχρι «να τους τύχει η στραβή», κάτι που δεν ευχόμαστε να συμβεί ποτέ και σε κανέναν). Αλλά η επιτάχυνση του διβάλβιδου κινητήρα είναι τόσο καλή, που μπορούμε να πούμε ότι με δύο άτομα συνολικού βάρους 130 κιλών, το Athlete 125 είναι ίδιο και συνήθως πιο γρήγορο από τα παλαιότερα παπιά των μικρότερων κυβισμών με ΕΝΑ άτομο στη σέλλα τους.
Αν η δύναμη είναι ένας παράγοντας κρίσιμος και αποφασιστικός για κάθε αγορά, ιδίως στους μικρούς κινητήρες, τα θέματα της ασφάλειας και της άνεσης είναι εξ’ ίσου (αν όχι περισσότερο) σημαντικά για ένα δίκυκλο που προορίζεται να δουλεύει ασταμάτητα στο δυσμενές και επικίνδυνο (γεμάτο παγίδες) οδικό περιβάλλον των πόλεων. Αναμφίβολα ο πιο σημαντικός παράγοντας είναι τα καλά φρένα, και η μεγαλύτερη συνεισφορά της σύγχρονης τεχνολογίας στη επιβράδυνση, είναι το ABS. Τα μικρά και οικονομικά δίκυκλα, καθαρά για λόγους κόστους (και ανταγωνιστικής τιμής), υιοθετούν το CBS, δηλαδή το σύστημα συνδυασμένου φρεναρίσματος όπου πιέζοντας το εμπρός ή το πίσω φρένο λειτουργούν και τα δύο. Αυτό το σύστημα, που και πάλι τοποθετείται μόνο στις αγορές που οι προδιαγραφές ασφαλείας το επιβάλλουν, μπορεί υπο προϋποθέσεις να θεωρηθεί θετικό για τους αρχάριους αναβάτες, αλλά σε καμμία περίπτωση δεν συγκρίνεται με την ασφάλεια του ABS. Ενας έμπειρος οδηγός δε, που επιλέγει ένα μικρό δίκυκλο για τις μετακινήσεις του, άμεσα θα διαπιστώσει ότι το CBS όχι μόνο μειώνει την αποτελεσματικότητα επιβράδυνσης κάθε τροχού ξεχωριστά, αλλά παρεμβαίνει συνεχώς στην οδήγηση και δύσκολα συνηθίζεται. Εν πάση περιπτώσει, το Athlete 125 δεν έχει ABS (ούτε CBS, ευτυχώς για τα δικά μας γούστα) αλλά διαθέτει καλά, δυνατά και προοδευτικά φρένα με δίσκους 260 και 220 mm εμπρός –πίσω, και δαγκάνες δύο εμβόλων.
Ως προς το πλαίσιο και τις αναρτήσεις, το Kawasaki 125 δεν έχει καμμία σχέση με το μέσο παπί, λόγω ενισχυμένης ακαμψίας, κανονικού (ολόκληρου) τηλεσκοπικού πηρουνιού (30 mm) με δύο πλάκες, και ψαλιδιού τετραγωνικής διατομής με εσωτερικούς ρεγουλατόρους και ενισχυτική γέφυρα. Ωστόσο, το σημείο υπεροχής του Athlete απο ΟΛΑ τα «παποειδή» αλλά ΚΑΙ τα «σκουτεροειδή» γενικώς, είναι η πίσω ανάρτηση, μία κανονική Uni Trak με προοδευτικό μοχλισμό και αμορτισσέρ υπο γωνία, που δίνει εξαιρετική αίσθηση ως προς την άνεση, γιατί αποσβένει εύκολα και ομαλά τις απίστευτες ανωμαλίες, λακούβες, σαμαρακια κτλ. των χιλιοσκαμμένων δρόμων και των ταλαιπωρημένων Αθηναϊκών λεωφόρων. Το πηρούνι και το αμορτισσέρ έχουν καλές αποσβέσεις, και η πίσω ρυθμιζόμενη προφόρτιση χρειάστηκε να αυξηθεί κατά μία θέση μετά τα 1000 χλμ. για χρήση με δύο άτομα.
Το κράτημα είναι πολύ καλό και θυμίζει μικρή μοτοσυκλέτα, (μια και αυτό ακριβώς είναι το Athlete), με κύριο χαρακτηριστικό την σταθερότητα. Οπωσδήποτε ελαφρύ (104 κιλά πλήρες υγρών) και μικρό σε μέγεθος με μεταξόνιο 1240 mm και ολικό μήκος 1920 mm, το Kawasaki 125 είναι ευαίσθητο στους απότομους χειρισμούς, αλλά το κράτημά του είναι ακριβέστατο και ευχάριστα «φυσικό», λόγω του χαμηλού κέντρου βάρους (ύψος σέλλας 770 mm) και της κατανομής του 46-54% εμπρός-πίσω. Αλλά θα επαναλάβουμε ότι γενικά οι αναρτήσεις και ειδικά η πίσω μοχλική Uni Trak που «γλυτώνει» τους επιβαίνοντες απο τα τόσο ενοχλητικά και επίπονα για τη μέση «κοφτά» χτυπήματα, είναι ένα τόσο σημαντικό πλεονέκτημα, που και μόνο γι’ αυτό αξίζει την αγορά.
Η μετάδοση είναι ημιαυτόματη τεσσάρων σχέσεων σε διάταξη «μύλου», όπου επαναλαμβάνεται συνεχώς αλλά προς τα πάνω το pattern Ν-4-3-2-1-Ν-4-3-2-1-Ν, κ.ο.κ. Δηλαδή, από τη νεκρά και πατώντας το λεβιέ προς τα κάτω αλλάζουν οι τέσσερις σχέσεις, και το λεβιέ σταματάει να αλλάζει μετά την 4η. Αλλά από την Νεκρά και προς τα πάνω (ή “προς τα πίσω”, αν πατάει κανείς το πίσω μέρος του λεβιέ) επαναλαμβάνεται ο κύκλος του κατεβάσματος Ν-4η-3η-2α-1η-Ν-4η-κ.ο.κ.. Ετσι, αποκλείται η περίπτωση του να μπεί κατά λάθος η πρώτη μετά από την τετάρτη (όπως συνέβαινε σε παλαιότερους τριτάχυτους «μύλους» που αργά ή γρήγορα έκαναν «μύλο» και τα εσωτερικά εξαρτήματα του κινητήρα απο λάθος κατέβασμα!). Η πρακτική χρήση του «ανάποδου» μύλου του Athlete, είναι π.χ. το ρολλάρισμα σε κατωφέρεια με νεκρά, και η άμεση εμπλοκή τετάρτης για την συνέχεια, όταν ο δρόμος ισιώσει. Όσο για την κλιμάκωση, είναι προσεκτικά μελετημένη για τον ροπάτο κινητήρα, με την πρώτη πιο κοντή (3.000:1) για εύκολη εκκίνηση και πολύ καλό τράβηγμα με λίγες στροφές σε μεγάλες ανωφέρειες, και τις άλλες σχέσεις σωστά μοιρασμένες ( 2α 1.938, 3η 1.350, 4η 1.087), έτσι ώστε το Athlete να παραμένει γρήγορο, εύχρηστο και ευχάριστο για κυκλοφορία δουλειάς ή για «εξοχική βόλτα».
Τίποτα δεν παρέχεται «δωρεάν», ή άνευ κάποιου “ανταλλάγματος”, και στην περίπτωση του Kawasaki το «αντάλλαγμα» για το καλό συνολο πλαισίου/αναρτήσεων και την άνετη οδική συμπεριφορά, είναι η θέση οδήγησης, που προσδιορίζεται σαν «Super sport» για το νεανικό κοινό της Ν.Α. Ασίας, αλλά στην πραγματικότητα είναι απλά «σπορ», με τα χέρια λίγο χαμηλότερα απ΄ότι σε ένα κανονικό παπί λόγω της τοποθέτησης των κλιπ ονς. Οι αναβάτες ύψους άνω του 1.70 δεν θα έχουν κάποιο πρόβλημα, διατηρώντας όρθια στάση κορμού, αλλά τα χαμηλότερα αναστήματα και των δύο φύλων θα χρειαστεί να σκύψουν λίγο περισσότερο απ΄ότι θα ήθελαν για κυκλοφορία στην πόλη. Ενας ακόμα “συμβιβασμός” γίνεται στους καθρέφτες, που είναι στο πλάτος του (στενού) τιμονιού, με αποτέλεσμα ότι το Athlete 125 να περνάει κυριολεκτικά “απο το μάτι της βελόνας”, και στην πυκνή κυκλοφορία δεν υπάρχει περίπτωση να μγην βρει πέρασμα ανάμεσα στα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα. Αλλά οι καθρέφτες δεν δείχνουν πολλά περισσότερα απο τα χέρια του αναβάτη, και χρειάζονται αλλαγή με μεγαλύτερους (ή με μακρύτερα στελέχη) για λόγους ασφαλείας.
Η σέλλα είναι άριστη σε υλικό και σκληρότητα, αλλά δύο επιπέδων, με τον συνεπιβατη να κάθεται πιο ψηλά και, αν είναι επίσης ψηλός, να διπλώνει τα γόνατα λόγω των υπερυψωμένων μαρσπιέ (υπάρχουν άμεσες λύσεις και για τα δύο αυτά θέματα, όπως θα δούμε στο Β’ μέρος).
Ο εξοπλισμός περιλαμβάνει δύο σταντ (το πλάγιο με σκληρό ελατήριο επαναφοράς, θέλει προσοχή ή στήσιμο σε ανωφέρεια), ένα μεγάλο ταχύμετρο (μέχρι τα…170 χ.α.ω.!) και λυχνίες στο άριστα φινιρισμένο ταμπλώ, πολύ καλούς και ποιοτικούς διακόπτες, μ’ετρια προς δυνατά φώτα (δουλεύουν με την γεννήτρια και όχι με την μπαταρία) που μένουν μόνιμα αναμμένα, και ιδαίιτερα εξυπηρετικό χώρο 8,5 λίτρων κάτω απο τη σέλλα, που ανοίγει με κλειδί.
Με το ίδιο κλειδί (του κεντρικού διακόπτη) ανοίγει και το καπάκι της τάπας του ρεζερβουάρ, με χωρητικότητα 5,2 λίτρων, απο τα οποία το 1,3 είναι η ρεζέρβα που αλλάζει απο τον μεγάλο περιστροφικό διακόπτη αριστερά.
Επίσης, οι ζάντες έχουν ένα ουδέτερο σχημα με λεπτά μπράτσα (αλλά απλό και όχι υπερβολικό), ενώ τα λάστιχα IRC στο στεγνό είναι μια χαρά, αλλά στη βροχή δεν τα δοκιμάσαμε ακόμα (μέχρι αυτό το άρθρο), λόγω καλοκαιρίας. Τέλος, να μην παραλείψουμε την ύπαρξη μανιβέλλας (της οποίας την κατάργηση δεν κατανοούμε σε αυτά τα μηχανάκια πόλης με τις μικρές μπαταρίες που τον χειμώνα συχνά σε αφήνουν χωρίς μίζα), ενώ για τις ψυχρές εκκινήσεις υπάρχει τσοκ-σκανδάλη στον αριστερό διακόπτη, που δεν είναι σταθερό αλλά απλά χριειάζεται ένα άγγιγμα για μερικά δευτερόλεπτα, πριν το μοτέρ αρχίσει να δουλεύει ρελαντί με σταθερό χαμηλόστροφο «μέτρημα».
Η εμφάνιση του Athlete 125 «λέει» διαφορετικά πράγματα στον καθένα, και για διαφορετικούς λόγους. Τα φωτιστικά σώματα έχουν (μη λειτουργικά) ενσωματωμένα φλας, όπως ήταν το μοντέλο του 2014-2015 στην Ινδονησία, αλλά έχουν τοποθετηθεί κανονικά φλάς για τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές, ενώ και το κάλυμμα με το σήμα της Kawasaki κάτω απο τον προβολέα «κρύβει» την θέση της πινακίδας αριθμού κυκλοφορίας, που στην Ινδονησία τοποθετείται μπροστά.
Πέραν αυτών των σημείων, το μηχανάκι σίγουρα μοιάζει περισσότερο με μοτοσυκλετα παρά με παπί, και αυτό είναι ένα θετικό γεγονός για όσους προτιμούν να διαφέρουν, ή αδιάφορο για όσους δεν ενοχλούνται απο την «ισοπεδωτική» εικονα του μέσου παπιού, που είναι πανομοιότυπη ανεξαρτήτως κόστους, κυβικών και χώρας προέλευσης. Θα γράφαμε εδώ ότι το Athlete σαν «μοτοσυκλέτα», δεν παρέχει προστασία απο τα νερά, αλλά με απορία βλέπουμε ότι και τα σύγχρονα παπιά μικραίνουν και ουσιαστικά καταργούν τις τόσο απαραίτητες και πρακτικές ποδιές τους άνευ λόγου, μόνο και μόνο για να πάρουν ένα πιο sporty look.
Μας άρεσε λοιπόν το Athlete 125, γιατί μοιάζει, και το βλέπαμε, σαν μια μικρή μοτοσυκλέτα Kawasaki, και μάλιστα «στο σωστό» χρώμα. Παρά τον πόλεμο των τιμών που μαίνεται, και παρά την απουσία ψεκασμού (που προσωπικά δεν μας ενοχλεί καθόλου και πρακτικά δεν επηρεάζει τίποτα, αλλά είναι γεγονός ότι αποτελεί αναχρονισμό για τον νέο αγοραστή), θα προτιμούσαμε το Αthlete 125 στα 1795 Ευρώ από τις άλλες προτάσεις της ίδιας κατηγορίας τιμής, για τους εξής λόγους: 1) Είναι KAWASAKI (και μόνο αυτό, αρκεί!). 2) Έχει καλύτερο πλαίσιο, και πολύ καλύτερες αναρτήσεις. 4) Διαφέρει οπτικά επειδή μοιάζει με μοτοσυκλέτα (με μικρή θυσία στην ελαφρώς σκυφτή -και όχι «καμαρωτή»- θέση οδήγησης, αλλά μόνο για τα χαμηλότερα αναστήματα). 5) Εχει δυνατό, οικονομικό και πολύ ροπάτο κινητήρα, που λόγω της απλής τεχνολογίας του εγγυάται πιστότητα και αντοχή στην σκληρή χρήση για την οποία προορίζεται. 6) Εχει πολύ καλό βάψιμο, πλαστικά, επεξεργασία κινητήρα, φινίρισμα και συναρμογή, καθώς και ποιοτικά εξαρτήματα που θυμίζουν μοτοσυκλέτα.
Με αυτά τα… «ολίγα» ολοκληρώνουμε το Α’ μέρος της συμβίωσής μας με το Athlete 125 Euro 3 της Κawasaki και θα επανέλθουμε σύντομα με το Β’ μέρος και τα τελικά συμπεράσματα, τις επιδόσεις κτλ. Πριν κλείσουμε, να αναφέρουμε ότι το Athlete 125 έχει ανανεωθεί και συνεχίζει να παράγεται στην Ινδονησία, πανομοιότυπο και με τον ίδιο ακριβώς κινητήρα (παντα με καρμπυρατέρ), αλλά την προσθήκη της λέξης «Pro» στο μοντέλο από το 2018, και βασική αισθητική αλλαγή το πιο εντυπωσιακό τελικό της εξάτμισης και τον νέο προβολέα (όμοιο αλλά χωρίς τα φλάς, που έχουν τοποθετηθεί εξωτερικά όπως στο «δικό μας»), που θυμίζουν σχεδιαστικά τα εξαρτήματα του Ζ 250.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑΣ
Τύπος κινητήρα: Αερόψυκτος, τετράχρονος, μονοκύλινδρος
Κυβισμός: 125 cm3
Διάμετρος x διαδρομή: 56.0 x 50.6 mm
Σχέση συμπίεσης: 9.8:1
Σύστημα βαλβίδων: SOHC, 2 βαλβίδες
Σύστημα καυσίμου: Καρμπυρατέρ: KEIHIN PB 18*
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα και Μανιβέλα
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ & ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Μέγιστη ισχύς* 6,6 kW (9 PS) / 8.000 rpm
Μέγιστη ροπή 8,9 Nm (0,9 kgf.m) / 6.000 rpm
Μετάδοση 4-ταχύτητες, κυκλικό κιβώτιο
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα
Σχέση πρωτεύουσας μετάδοσης: 3409 (75/22)
Σχέσεις ταχυτήτων: 1η 3000(36/12)
2η 1938 (31/16), 3η 1350 (27/20), 4η 1087 (25/23)
Σχέση τελικής μετάδοσης: 2571 (36/14)
Συμπλέκτης: Υγρός πολύδισκος (αυτόματος, στο λεβιέ)
ΦΡΕΝΑ & ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Φρένα, εμπρός: Δίσκος (260 mm)
Φρένα, πίσω: Δίσκος (220 mm)
Ανάρτηση, εμπρός: Τηλεσκοπικό πηρούνι (30mm), διαδρομή 100 mm
Ανάρτηση, πίσω: Uni–Trak, με μοχλισμό, μονό αμορτισέρ, ρύθμιση προφόρτισης, διαδρομή 100 mm
ΠΛΑΙΣΙΟ & ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Τύπος πλαισίου: Βackbone, ψαλλίδι με ενισχυτική γέφυρα
Μεταξόνιο 1.245 mm
Τρέϊλ: 74 mm
Ελαστικό, εμπρός: 70/90-17 M/C 38P
Ελαστικό, πίσω: 80/90-17 MC 44P
Μ x Π x Υ: 1.920 x 645 x 970 mm
Απόσταση από το έδαφος 145 mm
Ύψος σέλας: 770 mm
Χωρητικότητα καυσίμου: 5,2 L
Βάρος** (κενή) 96 kg, γεμάτη 101 kg
TIMH: 1795 Eυρώ
ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ:ΤΕΟΜΟΤΟ ΑΕ, ΛΕΩΦ. ΚΗΦΙΣΟΥ 29, ΑΙΓΑΛΕΩ 122 42
Τηλ: +30 210 3410684
Fax: +30 210 3410723
*Το Athlete με το καρμπυρατέρ των 18mm εμφανίζεται από το 2012 μεχρι το 2014 με ισχύ 9,8 ή 9,9 PS, ενώ με το καρμπυρατέρ των 20mm (2017-2019) φτάνει τους 10 ίππους στις 8.500 σ.α.λ., σύμφωνα με τα στοιχεία της ΚΜΙ (Kawasaki Ινδονησίας).
**To Αthlete 125 πρώτης γενιάς και το παρόμοιο Fury 125, έφτανε τα 96-101 κιλά (κενό/πλήρες). Το Athlete 125 δεύτερης και τρίτης γενιάς αναφέρεται με βάρος 99-104 κιλών.